- Σλήμαν, Ερρίκος
- (Schliemann). Γερμανός αρχαιολόγος (Νοϋμπούκω, Μεκλεμβούργο 1822 - Νεάπολη 1890). Γιος διαμαρτυρόμενου πάστορα, αφού έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Νόυστερλιτς εργάστηκε πέντε χρόνια ως υπάλληλος σε παντοπωλείο κι έπειτα μπήκε στο πλήρωμα ενός πλοίου που έφευγε για τη Νότια Αμερική, θέλοντας να γνωρίσει νέους τόπους. Το πλοίο όμως ναυάγησε λίγο μετά την αναχώρηση του έξω από το ολλανδικό νησί Τέξελ και ο Σ. βρέθηκε στο Άμστερνταμ, όπου κατόρθωσε να βρει δουλειά σ’ ένα μεγάλο εμπορικό κατάστημα και να εξασφαλίσει κάπως τη συντήρηση του. Το μεγάλο όμως και διεθνές ολλανδικό λιμάνι του πρόσφερε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει άλλον ένα από τους μεγάλους πόθους του: να μάθει ξένες γλώσσες. Το 1846 η επιχείρηση στην οποία εργαζόταν τον έστειλε στην Πετρούπολη: στη ρωσική πρωτεύουσα ο Σ. βρήκε το κλίμα κατάλληλο για να ανοίξει δική του επιχείρηση που γρήγορα τον έκανε πάμπλουτο. Παράλληλα καλλιεργούσε και το άλλο πάθος του· την εκμάθηση ξένων γλωσσών· και η Πετρούπολη, που ήταν πάντα μεγάλο ελληνικό κέντρο, του έδωσε την ευκαιρία να μάθει και αρχαία ελληνικά. Πλούσιος πια, αποφάσισε να εγκαταλείψει τον κερδώο Ερμή για ν’ αφιερωθεί στο λόγιο. Γοητευμένος από τη μελέτη της ελληνικής αρχαιότητας, έκανε το 1859 ένα ταξίδι στην Ανατολική Μεσόγειο (Συρία, Αίγυπτο) και επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα. Το 1864, ακούραστος ταξιδιώτης, επιχείρησε νέα μεγάλη περιοδεία σε διάφορες χώρες και δύο χρόνια αργότερα εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, αποφασισμένος να αφιερωθεί πια μόνο σε αρχαιολογικές μελέτες. Τον απασχολούσαν ιδιαίτερα τα ομηρικά έπη και, περισσότερο, το πρόβλημα της ομηρικής γεωγραφίας. Έτσι, το 1868 κατέβηκε στην Ελλάδα, έχοντας πια πάρει την απόφαση να κάνει ανασκαφές σε διάφορα σημεία σχετιζόμενα με τα ομηρικά ποιήματα. Οι πρώτες του ανασκαφές στην Ιθάκη δεν είχαν μεγάλη επιτυχία. Το 1870 στη Μικρά Ασία, με την άδεια της τουρκικής κυβέρνησης και με τη συνεργασία της Ελληνίδας συζύγου του Σοφίας, το γένος Καστριώτη, διεξήγαγε ανασκαφές στο λόφο Χισαρλίκ, οι οποίες κατάληξαν στην εντυπωσιακή αποκάλυψη της αρχαίας Τροίας. Συνέχισε τις ανασκαφές του ως την 1η Αυγούστου 1890 ανακαλύπτοντας ανεκτίμητους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Η σουλτανική κυβέρνηση διεκδίκησε την κυριότητα των ευρημάτων, αλλά τελικά ο Σ. έγινε κάτοχος τους - πληρώνοντας 50t)00 χρυσά φράγκα -και τα δώρησε στο αρχαιολογικό μουσείο του Βερολίνου, όπου βρίσκονται πάντα. Η Τροία που ανακάλυψε ο Σ. δεν ήταν η ομηρική, αλλά μια από τις εννιά διαδοχικές πόλεις που, μέσα στους αιώνες, χτίστηκαν η μια πάνω στην άλλη στην ίδια θέση. Παρόλα αυτά παραμένει στο Σ. η τιμή ότι πρώτος επιβεβαίωσε την ιστορικότητα των ομηρικών επών και άνοιξε το δρόμο για τις κατοπινές έρευνες. Ευτυχέστερος ήταν στις ανασκαφές που διεξήγαγε το 1876 στις Μυκήνες, τα ευρήματα των οποίων φυλάσσονται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αθηνών. Το 1878 ξαναπήγε στην Ιθάκη, όπου τη φορά αυτή βρήκε ίχνη πελασγικών τειχών στη θέση Αετός, στον ισθμό που συνδέει τα δύο τμήματα του νησιού. Το φθινόπωρο του 1871 και την επόμενη άνοιξη διεξήγαγε ανασκαφές στον Ορχομενό, όπου βρήκε το θησαυρό του Μινύου και το 1884-85 ανακάλυψε το βασιλικό ανάκτορο της Τίρυνθας, για να συνεχίσει το 1888 τις ανασκαφές στις Μυκήνες. Το 1879 ανακηρύχτηκε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστήμιου του Ρόστοκ και το 1881 επίτιμος πολίτης του Βερολίνου, του οποίου το μουσείο είχε πλουτίσει με τα ευρήματα της Τροίας. Στο μεταξύ όμως είχε εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα, όπου έχτισε πολυτελές μέγαρο που ονόμασε «Ιλίου Μέλαθρον». Πέθανε στη Νεάπολη, μέσα στο πλοίο με το οποίο επέστρεφε στην Αθήνα από ένα ταξίδι στην Ευρώπη.
Τα αποτελέσματα των ανασκαφών του έκθεσε σε πολλά βιβλία, που δημοσιεύονται συγχρόνως στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά, όπως τα Ιθάκη, Πελοπόννησος και Τροία (1869, με αυτοβιογραφία), Τρωικές αρχαιότητες (1874, με άτλαντα), Μυκήνες (1887, με πρόλογο του Γλάδστωνα και άτλαντα), Ίλιον (1881), Ορχομενός (1881), Ταξίδι στην Τροία το Μάιο του 1881 (1881), Τροία (1883), Τίρυνς (1866). Το 1892 εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του συμπληρωμένη από τη σύζυγό του. Το 1930 δημοσιεύτηκε νέα βιογραφία του Σ. από το γνωστό συγγραφέα περίφημων βιογραφιών Έμιλ Λούν-τβιχ. Ο γιος του Σ., Έλληνας πολίτης, έγινε βουλευτής και πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον.
Αν και .συχνά αντιμετώπισε τις επικρίσεις της επίσημης επιστήμης της εποχής του, όχι σπάνια από ζήλεια και σχολαστικισμό, και παρά τα σφάλματα στην εκτίμηση των ευρημάτων του, όχι αφύσικα για την τεράστια έκταση του έργου του και για τις περιορισμένες δυνατότητες της εποχής του, ο Σ. διατηρεί πάντα και δίκαια τη μεγάλη τιμή του πρωτοπόρου, που άνοιξε νέους δρόμους.
Ο Γερμανός αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν, πρωτοπόρος της ευρωπαϊκής αρχαιολογίας.
Χρυσά κοσμήματα από τις ανασκαφές του Σλήμαν στην αρχαία Τροία (φωτ. ΑΠΕ).
Ευρήματα του Ερρίκου Σλήμαν από τις ανασκαφές του στην αρχαία Τροία (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.